ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ & ΑΝΑΚΤΗΣΗ ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΤΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΦΕΛΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΧΩΡΩΝ «ΤΟΠΟΣΗΜΟΥ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

 

ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΜΕΛΕΤΗΣ

ΛΗΔΑ ΔΙΤΣΑ, ΠΑΝΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΑΣ,
ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΤΣΑΣ

 

ΟΜΑΔΑ ΜΕΛΕΤΗΣ

ΛΗΔΑ ΔΙΤΣΑ, ΠΑΝΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΑΣ,
ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΙΤΣΑΣ

 

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΡΓΟΥ

 

ΧΡΗΣΗ: ΑΣΤΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

ΘΕΣΗ: ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΕΛΛΑΔΑ

ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ: ΔΗΜΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ: 5.000 M²

 

ΧΡΟΝΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ: 2012



ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Aνάμεσα στα προς παρέμβαση σημεία που παρείχε ο διαγωνισμός επιλέχθηκε αυτό με την μεγαλύτερη ιστορική και χωροθετική σημασία, που δυστυχώς ταυτόχρονα διέπεται από καθεστώς εγκατάλειψης και έλλειψης μέριμνας και σχεδιασμού.
ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΕΜΠΡΑΡ
O αδιαμόρφωτος ελεύθερος χώρος που βρίσκεται πάνω από τον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου, αποτελεί μία από τις πιο σημαντικές χωρικές ενότητες της πόλης. Είναι το ένα άκρο του βασικού άξονα- του “axe de la ville”, του φιλόδοξου ρυμοτομικού σχεδίου του Εμπράρ για τη Θεσσαλονίκη, στο οποίο προβλεπόταν να δομηθεί ένα μεγαλοπρεπές οικοδόμημα, το “Τemple de la Victoire”.
Ο άξονας αυτός συνεχίζεται με το προαύλιο του Αγ.Δημητρίου, την Ρωμαϊκή Αγορά, την Πλατεία Δικαστηρίων, την οδό Αριστοτέλους και τέλος την Πλατεία Αριστοτέλους με το ημικυκλικό της άνοιγμα στο θαλάσσιο μέτωπο, αποτελώντας ένα κενό στον αστικό ιστό , το οποίο επιτρέπει την ορατότητα από το ύψος της Κασσάνδρου προς το Θερμαικό.
ΥΠΑΡΧΟΥΣΑ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Η χρήση του χώρου σήμερα είναι αποκλειστικά ένα υπαίθριο πάρκινγκ.
Το σημείο λειτουργεί σαν ένα αδιάφορο πέρασμα μεταξύ της Άνω Πόλης προς το κέντρο της πόλης, χωρίς καμία δυνατότητα ή ενδιαφέρον για στάση.
Δεν υπάρχει καμία υποδομή για οποιαδήποτε χρήση κοινού, ενώ η ιδιαίτερη σημασία του σημείου δεν γίνεται αντιληπτή.
Παρά την ευνοική θέση η οπτική επαφή με την θάλασσα είναι αδύνατη λόγω οπτικών εμποδίων, τοποθετήσεων φρακτών , θάμνων, σκουπιδιών.
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Μεταξύ της υπό μελέτης περιοχής και του Ναού μεσολαβεί ένας αρχαιολογικός χώρος, αδιαμόρφωτος προς το παρόν ο οποίος περιλαμβάνει αξιόλογο υλικό όπως μέρη τειχών, μαρμάρινα τμήματα κολώνων, κιονόκρανα και άλλα ευρήματα. Στις προθέσεις της μελέτης είναι να γίνει ανάδειξη και αξιοποίηση και του χώρου αυτού.
Λόγω ακριβώς του χαοτικού σκηνικού που προκύπτει από τη σύνθεση του ναού, του ακανόνιστου αρχαιολογικού χώρου και του αστικού υπόβαθρου επιλέχθηκε μια αφαιρετική προσέγγιση με σαφείς χαράξεις, τη χρήση ελάχιστων στοιχείων, αλλά παρόλα αυτά με έντονο συμβολισμό.
Έτσι λοιπόν, διαμορφώνεται ένα μινιμαλιστικό πλατώ από βιομηχανικό δάπεδο πάνω στο οποίο ενσωματώνονται διάτρητα μπετονένια στοιχεία που λειτουργούν ως επιδαπέδια φωτιστικά που λειτουργούν με λάμπες χαμηλής κατανάλωσης. Το επίπεδο της πλατείας έχει τρεις βασικές προσβάσεις: μια κεντρική ισόπεδη, μια βαθμιδωτή από το ανατολική πλευρά του πεζοδρομίου και μια ράμπα από τη δυτική. Το βασικό ατό επίπεδο προεκτείνεται σε πρόβολο πάνω από τον αρχαιολογικό χώρο παρέχοντας απρόσκοπτη ορατότητα μέχρι το θαλάσσιο μέτωπο
Η βασική χειρονομία που δημιουργείται στο νέο υπόβαθρο είναι η κατασκευή μιας συνεχούς μεταλλικής κατασκευής , η οποία ξεκινάει από το έδαφος ως καθιστικό και στη συνέχεια υπερυψώνεται σε ύψος 13,30 μέτρων για να διαμορφώσει μια αψίδα ακριβώς στο σημείο του άξονα. Η κατασκευή αυτή, η οποία έχει προσαρμοσμένα φωτιζόμενα τμήματα έχει πρόθεση να εντείνει ακόμα περισσότερο τη σημασία της θέσης , λειτουργώντας σαν παράθυρο εστίασης προς το σημείο φυγής. Η αψίδα καδράρει το αστικό κενό που επιτρέπει τη οπτική επαφή με το υγρό στοιχείο.
Στην κατασκευή αυτή προσαρμόζονται κατακόρυφα στοιχεία – χορδές , που προκύπτουν από σιδερένιες μεταλλικές βέργες οι οποίες περιστρέφονται για να δώσουν ένα ιδιόμορφο φωτιστικό στοιχείο που δημιουργεί και έναν ακανόνιστο ρυθμό στην επιφάνεια της αψίδας-πύλης.
Από την κατάκλιση της αψίδας στο οριζόντιο επίπεδο προκύπτει ένας ακόμα πιο επιμήκης πρόβολος πάνω στον οποίο δημιουργείται μια γυάλινη εξέδρα . Η εξέδρα αυτή παρέχει τη δυνατότητα παρατήρησης του υποκείμενου αρχαιολογικού χώρου, την ενατένιση του αστικού τοπίου αλλά και μιας αίσθησης αιώρησης στο κενό.
Στο πίσω μέρος της πλατείας δημιουργείται ένα διάμηκες κανάλι νερού πάνω στο οποίο τοποθετείται μια συστοιχία κατασκευών μορφολογικά αντίστοιχων με τις προηγούμενες. Οι κατακόρυφες αυτές στήλες προκύπτουν επίσης από την περιστροφή μεταλλικών βεργών, αλλά έχουν μεγαλύτερη διάμετρο και ενσωματώνουν φωτεινές σφαίρες που μπαίνουν σε ακανόνιστα ύψη. Η παράθεση αυτών των στοιχείων δημιουργεί ένα οπτικό, φωτεινό πέτασμα πάνω στο οποίο εγγράφεται η όλη σύνθεση.
Eπικουρικά, δημιουργούνται δύο στέγαστρα αποτελούμενα από σκελετό από μια σειρά από επαναλαμβανόμενες μεταλλικές βέργες με ρητινικό κέλυφος, καθώς και τρεις χρωμιωμένες σφαίρες στο κέντρο του επιπέδου.
Το σύμπλεγμα που δημιουργείται λόγω του ύψους που έχουν οι κατασκευές γίνεται αντιληπτό από ένα μεγάλο εύρος παρατηρητών ακόμα και από μεγάλη απόσταση. Έτσι ακόμα και από την παραλιακή λεωφόρο Νίκης και ιδιαίτερα το βράδυ, ο παρατηρητής μπορεί να εντοπίσει τη σύνθεση ως ένα “διάδημα”, “ένα οπτικό γεγονός”, που λειτουργεί αποτελεσματικά ως χαρακτηριστικό τοπόσημο.